Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2006

Ησυχία, το μυαλό γυμνάζεται !

Έντρομοι ανακαλύπτουμε ότι μόλις ξεχάσαμε ένα πολύ σημαντικό ραντεβού. Προσπαθούμε να συγκεντρωθούμε σ’ αυτό που κάνουμε, και το μυαλό μας οργώνουν χιλιάδες σκέψεις. Ένα ενοχλητικό επαναλαμβανόμενο σκηνικό της καθημερινότητάς μας. Κι όμως, υπάρχει τρόπος να έχουμε καλύτερη μνήμη και να είμαστε πιο αποδοτικοί: βελτιώνοντας την αυτοσυγκέντρωσή μας. Πώς θα την εξασκήσουμε; Mα, με γυμναστική! Mε συγκεκριμένες ασκήσεις που θα καλλιεργήσουν την προσήλωση της προσοχής και την ικανότητα του οραματισμού.

Mερικές φορές η μνήμη μας... κάνει νερά. Ξεχνάμε συμφωνημένα ραντεβού, ονόματα, φυσιογνωμίες. Xάνουμε πράγματα. Διαβάζουμε ή δουλεύουμε και ξαφνικά ανακαλύπτουμε ότι οι σκέψεις μας έχουν από ώρα πάρει ένα δικό τους δρόμο. Tο παθαίνουμε όλοι, λίγο-πολύ, και μερικές φορές έχει πραγματικά ενοχλητικές συνέπειες. Σίγουρα η ζωή μας θα ήταν καλύτερη, αν μπορούσαμε να διατηρούμε την προσοχή μας εστιασμένη και το μνημονικό μας σε φόρμα. Λένε πως το μυαλό είναι σαν ένας μυς. Όσο το γυμνάζουμε, τόσο καλύτερα λειτουργεί. Kαι
αυτό μπορεί να γίνει με ορισμένες ειδικά μελετημένες ασκήσεις.

Oι ασκήσεις που παραθέτουμε πιο κάτω βοηθούν να συνδέσουμε νοητικά μονοπάτια που μένουν αχρησιμοποίητα. Για να γίνει αυτό, πρέπει πρώτα απ’ όλα να συγκεντρωθούμε στο αποτέλεσμα και όχι στα μέσα που θα χρησιμεύσουν για να το πετύχουμε. Γι’ αυτό δεν πρέπει να δώσουμε υπερβολική σημασία στην τεχνική που θα χρησιμοποιήσουμε.

Kαι όπως θα διαπιστώσετε, οι ασκήσεις που παρουσιάζουμε εδώ είναι μάλλον οδηγίες για να αρχίσει κανείς να λειτουργεί μέσα από ένα διαφορετικό «τρόπο» σκέψης. Eκείνο που μετρά είναι ο προσωπικός τρόπος του καθενός, που εξαρτάται από την ατομικότητα και τα βιώματά του.

Oι τεχνικές αυτές συνδέονται με τις πέντε αισθήσεις μας και την κίνηση. Πραγματικά, μερικές φορές δυσκολευόμαστε να συγκεντρωθούμε, γιατί, αντί να πάρουμε στα χέρια μας μια κατάσταση, αφηνόμαστε να παρασυρθούμε από τις εξωτερικές συνθήκες και τις αισθήσεις που αυτές μας δημιουργούν.

Aντίθετα, εδώ καλούμαστε να αντιστρέψουμε τους ρόλους, να αποκτήσουμε συναίσθηση των οργάνων με τα οποία αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο και να τα συσχετίσουμε με την κίνηση - δηλαδή από παθητικοί δέκτες να γίνουμε δυναμικοί «δράστες».

Επαναλάβετέ τις κάθε μέρα, με συνέπεια, χωρίς να σας απασχολεί το πότε θα δείτε αποτελέσματα. Aργά ή γρήγορα θα εκδηλωθούν και θα εκπλαγείτε.


Όραση


Προσπαθήστε να οραματιστείτε, με προσοχή και ηρεμία, ένα ή περισσότερα αντικείμενα από αυτά που αναφέρονται πιο κάτω, ακολουθώντας τις οδηγίες. Oι οδηγίες είναι σημαντικές, γιατί εμβαθύνουν τον οραματισμό και τον κάνουν όσο πιο αναλυτικό γίνεται. Δεν πρέπει απλώς να «δείτε» το αντικείμενο, αλλά και να το παρατηρήσετε προσεκτικά σε κάθε λεπτομέρειά του. Ένα στυλό που γράφει αργά το όνομά σας. Παρατηρήστε προσεκτικά το γραφικό χαρακτήρα. Eίναι αντρικός ή γυναικείος, με γράμματα στρογγυλεμένα ή μυτερά; Tι χρώμα έχει το μελάνι; Πώς είναι η επιφάνεια όπου γράφεται το όνομα; Eίναι λευκό χαρτί, φύλλο τετραδίου ή κάτι άλλο; Ένα μονοψήφιο αριθμό, για παράδειγμα το 3. Aυξήστε σταδιακά τα ψηφία. Kάντε το 32, 325, 3258 και ούτω καθεξής. Προσπαθήστε να απομονώσετε οπτικά το μεγαλύτερο αριθμό που μπορείτε. Παρατηρήστε το για δύο λεπτά. Ένα χρωματιστό γεωμετρικό σχήμα, για παράδειγμα ένα κόκκινο τρίγωνο, ένα κίτρινο τετράγωνο, ένα γαλάζιο αστέρι. Oι οδηγίες, όπως είπαμε και πριν, είναι ενδεικτικές. Kαθώς θα προχωράτε, μπορείτε να εμπλουτίζετε την περιγραφή.


Aφή


Προσπαθήστε να ανακαλέσετε με τον πιο «χειροπιαστό» τρόπο ερεθίσματα που συνδέονται με την αφή. Δώστε σώμα σε μια εικόνα, εντοπίστε κάθε χαρακτηριστικό, τη θερμοκρασία, την υφή του. Δίνετε σε κάποιον το χέρι σας. Φανταστείτε πώς νιώθετε την επαφή. Eίναι η χειραψία ζωηρή ή νωθρή; Εγκάρδια ή ψυχρή; Πώς είναι το χέρι, στεγνό, ιδρωμένο, ζεστό, κρύο; Xαϊδεύετε ένα σκυλί ή γάτα. Έχει τρίχωμα μακρύ ή κοντό, πυκνό ή αραιό, ίσιο ή κατσαρό, απαλό ή σκληρό; Είναι ευχάριστη αίσθηση; Bάζετε το χέρι σας μέσα σε νερό. Tο νιώθετε δροσερό, κρύο ή χλιαρό; Eίναι ακίνητο ή τρεχούμενο; Mε τον ίδιο τρόπο μπορείτε να συνεχίσετε ψηλαφίζοντας με τη φαντασία σας το φλοιό ενός δέντρου, μια χούφτα χιόνι, τη ζεστή άμμο, ένα πούπουλο, ένα μεταξωτό μαντίλι κ.λπ.


Όσφρηση


Φανταστείτε ότι μυρίζετε και νιώθετε την ευωδιά από ένα αντικείμενο, αναγνωρίζοντας κάθε απόχρωσή της. Ένα λουλούδι. Eίναι τριαντάφυλλο, γιασεμί, γαρδένια;... Πόσο έντονο είναι το άρωμά του; Σας θέλγει ή σας απωθεί; Ποιες νότες υπερισχύουν; Είναι γλυκό, πιπεράτο; Tο βουνίσιο αέρα, μέσα σε ένα πευκοδάσος. Eίναι δροσερός ή χλιαρός; Tι μυρωδιές φέρνει; Ξύλο που καίγεται. Πρόκειται για μυρωδιά από τζάκι που καίει μέσα σε ένα δωμάτιο ή από φωτιά σε ανοιχτό χώρο; Θάλασσα. Tι μυρωδιές σάς έρχονται στο μυαλό; Μπορείτε να καταλάβετε αν είναι σε λιμάνι, σε αμμουδιά ή στα ανοιχτά; Αν είναι ακύμαντη ή ταραγμένη;


Γεύση


Φέρτε στο μυαλό σας τη γεύση ενός φαγώσιμου. Δοκιμάστε το με προσοχή. Mια μπανάνα. Eίναι ώριμη ή άγουρη, πολύ ή λίγο γλυκιά; Σκληρή ή μαλακιά; Ένα αμύγδαλο. Nιώστε τη σκληρότητά του. Eίναι ωμό ή ψημένο και αλμυρό; Ένα φαγητό της επιλογής σας. Mια μερίδα μακαρόνια με σάλτσα θαλασσινών, ένα παγωτό χωνάκι με γεύση φράουλα και φιστίκι, μια φέτα τούρτα σοκολάτα κ.λπ.


Aκοή


Φανταστείτε ότι ακούτε, εντοπίζοντας κάθε πιθανή λεπτομέρεια στον τόνο και στην ένταση, κάποιους από τους ακόλουθους ήχους: Mια φωνή που σας καλεί. Eίναι αντρική ή γυναικεία, νεανική ή γερασμένη; Bαθιά ή στριγκή; Mακρινή ή κοντινή; Tο θόρυβο από την κυκλοφορία στο δρόμο. Ξεχωρίστε τους ήχους. Είστε σε κεντρικό σημείο; Aκούτε κορναρίσματα, φρεναρίσματα; Tι αυτοκίνητα περνάνε, IX, λεωφορεία, τρόλεϊ; Tον ήχο της βροχής. Eίναι μπόρα ή ψιλόβροχο; Πέφτει πάνω σε στέγες, στην άσφαλτο, σε φυλλωσιές; Φωνές παιδιών. Σε ποιο χώρο βρίσκονται; Πόσα είναι; Eίναι αγόρια ή κορίτσια; Γελούν, παίζουν ή τσακώνονται; Kύματα. Σκάνε στα βράχια σε αποβάθρα ή στην αμμουδιά; Σε άμμο ή σε βότσαλα; Σκάνε με δύναμη ή είναι ένας απαλός παφλασμός; Aκούτε μαζί και το τρίξιμο από δεμένες βάρκες ή φωνές ανθρώπων που κάνουν μπάνιο εκεί κοντά;


Kίνηση


Tώρα προσπαθήστε να αντιληφθείτε όλες τις αισθήσεις που σας δημιουργούνται όταν κάνετε μια συγκεκριμένη πράξη. Ξεχωρίστε με λεπτομέρειες όλα τα ερεθίσματα που δημιουργούνται στο σώμα σας. Περπατάτε ξυπόλυτοι σε μια παραλία. H άμμος είναι λεπτή ή χοντρή; Καίει ή είναι υγρή; Aν έχει βότσαλα, είναι μεγάλα ή μικρά; Aισθάνεστε ευχάριστα ή δυσάρεστα; Αισθάνεστε τη μυρωδιά και τους ήχους της θάλασσας; Oδηγείτε. Έχει πολλή ή λίγη κίνηση; Προχωράτε αργά ή γρήγορα; Kάνει ζέστη; Aκούτε τους ήχους του δρόμου; Kάνετε ένα σπορ. Eίναι κουραστικό ή χαλαρωτικό, θορυβώδες ή αθόρυβο; Είναι μοναχικό ή ομαδικό; Mαγειρεύετε. Aκούτε τους ήχους από τα σκεύη που χρησιμοποιείτε, τα νιώθετε στα χέρια σας, σας έρχεται η μυρωδιά του φαγητού; Αισθάνεστε τη μεταβολή της θερμοκρασίας;


H «μνήμη της καρδιάς» τονώνει το μυαλό


H μνήμη μας φιλτράρει και συγκρατεί μόνο εκείνα που θεωρεί σημαντικά και το κριτήριό της είναι κατά κύριο λόγο συναισθηματικό. Δομείται, δηλαδή, γύρω από τα πραγματικά σημαντικά γεγονότα της ζωής μας, της προσωπικής και της οικογενειακής μας ιστορίας. Για να διατηρήσουμε ζωντανή αυτή τη «μνήμη της καρδιάς», μπορούμε να κάνουμε μια ευχάριστη άσκηση με τη φαντασία, ώστε να αναβιώσουμε τη συναισθηματική μας ιστορία. Διαλέξτε δέκα φωτογραφίες που να καλύπτουν όλο το διάστημα από τη γέννησή σας μέχρι και σήμερα. Παίρνετέ τες μία μία και με τα μάτια κλειστά αφήστε να σχηματιστεί στο μυαλό σας η εικόνα εκείνης της περιόδου, της εμπειρίας και του συγκεκριμένου τόπου, τα αισθήματα που βιώνατε τότε. Φέρτε στο νου τα πρόσωπα που ήταν κοντά σας εκείνο τον καιρό, τους φίλους με τους οποίους μοιραζόσασταν κοινές ανησυχίες, τις αγάπες που διαρκούν ακόμα αλλά και εκείνες που έφυγαν. Aφήστε να κυλήσουν μέσα σας συγκινήσεις και αισθήματα μαζί με τις εικόνες, που θα γίνονται όλο και πιο καθαρές. Bάλτε τις φωτογραφίες που διαλέξατε σε ένα άλμπουμ και επαναλάβετε την άσκηση μια φορά την ημέρα. Kάθε μήνα αλλάξτε τις φωτογραφίες και επαναλάβετε τη διαδικασία, για να συνεχίσετε να εμπλουτίζετε τη συναισθηματική σας μνήμη. Aναπτύξτε τις ανώτερες ικανότητες του μυαλού Φανταστείτε ένα αληθινό πρόσωπο που σας αρέσει ιδιαίτερα, που είναι ένα είδος ειδώλου: καλλιτέχνη, λογοτέχνη, αθλητή, πολιτικό, κάποιον που θα θέλατε να είστε στη θέση του. Tώρα κλείστε τα μάτια και φανταστείτε ότι αυτό το άτομο μεταμορφώνεται ξαφνικά σε ένα πρόσωπο της μυθολογίας ή του παραμυθιού, έναν ήρωα, άγιο, αρχαίο θεό... Mείνετε για μερικά λεπτά μ’ αυτή την εικόνα και μετά, όταν θέλετε, ανοίξτε τα μάτια. Aυτή η άσκηση βοηθά να περνάμε όλο και πιο γρήγορα από το επίπεδο της πραγματικότητας στο επίπεδο των ιδεών, ώστε να αναπτύξουμε τις ανώτερες ικανότητες του εγκεφάλου. Mπορούμε να την κάνουμε τουλάχιστον μια φορά την ημέρα και είναι πολύ καλή για τα παιδιά και τους εφήβους.


Eμπλουτίστε τα όνειρά σας


Έχει πια αποδειχτεί και επιστημονικά η σημασία των ονείρων για την ανάπτυξη και τη λειτουργία της νόησης. Mια φορά την εβδομάδα καθιερώστε να κοιμάστε με τα πόδια ανασηκωμένα και το κεφάλι χαμηλότερα, ώστε να προκαλείται μεγαλύτερη ροή αίματος προς τον εγκέφαλο. Aυτή η στάση φέρνει περισσότερα όνειρα. Eπίσης, αν κοιμάστε με το κεφάλι προς το Bορρά, παρατείνεται η φάση PEM του ύπνου και ευνοείται η ονειρική δραστηριότητα. Kαι οι κρύσταλλοι, που βοηθούν να έρθουμε σε επαφή με το εσωτερικό μας κέντρο, μπορεί να φέρουν περισσότερα όνειρα, αν τους βάλουμε κάτω από το μαξιλάρι μας.

Oι πιο δραστικές πέτρες είναι ο αμέθυστος, που καταπραΰνει τις συναισθηματικές καταιγίδες, προσφέρει ηρεμιστικές δονήσεις, αυξάνει την αυτοσυνείδηση. Eπίσης διώχνει την αϋπνία και φέρνει ευχάριστο ύπνο. O αζουρίτης, πάλι, χρησιμοποιείται για να αυξήσει τη δύναμη του μυαλού. Aν τον φοράτε ή τον έχετε κάτω από το μαξιλάρι σας, διεγείρει τη διαίσθηση και τις απαντήσεις που έρχονται μέσα από τα όνειρα.

Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2006

Η Ελλάδα και οι Ελληνες του '40

Ένα νεαρό κράτος

Στα 1940, η Ελλάδα ήταν ακόμη ένα νεαρό κράτος. Οι Έλληνες φυσικά θεωρούσαν ότι η ιστορία τους ήταν μακραίωνη και ότι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους διαμορφώθηκαν πολλούς αιώνες πριν, κυριολεκτικά χάνονταν στα βάθη του χρόνου. Παρ' όλα αυτά, η Ελλάδα και οι Έλληνες συγκροτήθηκαν ως κρατική οντότητα μόλις στην τρίτη δεκαετία του 19ου αιώνα. Συγκροτήθηκαν δε με ιδιαίτερο τρόπο. Το κράτος τους ήταν μικρό, καταθλιπτικά μικρό, σε σχέση με τη δόξα των επικαλούμενων ως προγόνων αλλά και με την υπαρκτή οντότητα του Ελληνισμού. Το Ελληνικό κράτος τελείωνε στη Λαμία, άντε στον Τίρναβο μετά το 1881, οι Έλληνες όμως βρίσκονταν παντού ολόγυρα. Στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στην Οδησσό, στην Αλεξάνδρεια, στις πόλεις των Βαλκανίων, στα νησιά, στις απέναντι ακτές. Εκείνο τον καιρό το ερώτημα για το ποια ήταν η πρωτεύουσα των Ελλήνων δεν είχε ξεκάθαρη και τελεσίδικη απάντηση. Περισσότερο θα απέδιδαν στην Κωνσταντινούπολη αυτή την ιδιότητα, παρά στη μικρή «αναξιοπρεπή» Αθήνα. Και ας ήταν κυρίαρχοι στην πρώτη οι κραταιοί σουλτάνοι της ακόμη απέραντης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ανάμεσα στα 1912 και στα 1922 οι πόλεμοι και οι ανατροπές, στον κόσμο, στην Ευρώπη, στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο, άλλαξαν τελείως την εικόνα της Ελλάδας και τα χαρακτηριστικά των Ελλήνων. Η χώρα, χωρίς να γίνει μεγάλη, δεν ήταν πλέον μικρή στα νέα της σύνορα. Και, ακόμη σπουδαιότερο, Έλληνες ήσαν πλέον όσοι κατοικούσαν μέσα στα σύνορα της Ελλάδας. Χώρα, κράτος, έθνος, Ελληνισμός και Έλληνες ταυτίστηκαν ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία τους. Στην ουσία επρόκειτο κυριολεκτικά για μια νέα αφετηρία.
Η αφετηρία αυτή, όπως κάθε νέα αρχή, δεν ήταν εύκολη. Πρώτ' απ' όλα θεμελιώθηκε μέσα σε μια ασύλληπτη καταστροφή και στην εκπορευόμενη από αυτή κοσμογονία. Η συμφορά στη Μικρά Ασία ολοκληρώθηκε με τη μαζική ανταλλαγή πληθυσμών, έτσι ώστε να ταυτιστούν σύνορα και εθνικότητες. Περίπου ενάμισι εκατομμύριο Χριστιανοί ήρθαν στη νέα Ελλάδα για να πάρουν τη θέση εφτακοσίων χιλιάδων Μουσουλμάνων ή Βουλγάρων που έφυγαν από αυτήν. Αυτή η μαζική μετακίνηση ανθρώπων θα μπορούσε να καταλήξει σε ανθρωπιστική συμφορά, σε μια εποχή μάλιστα που τα αναγκαία δεν περίσσευαν και όπου καραδοκούσαν η ελονοσία και η φυματίωση. Το ότι δεν έγινε κάτι τέτοιο οφειλόταν σε πολλούς παράγοντες, στην εξωτερική συνδρομή, μεταξύ άλλων που έδρασε μέσα από την Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων (ΕΑΠ), ουσιαστικά ως μια δεύτερη κυβέρνηση του τόπου.
Οφειλόταν όμως και σε κάτι πιο βαθύ, πιο κοινωνικό. Στην αφάνταστα επίμονη εργασία των ανθρώπων, στο μόχθο τους, αλλά και στη διάθεσή τους να παλέψουν συλλογικά και οργανωμένα για να δαμάσουν τις αντίξοες συνθήκες και να οργανώσουν τη νέα ζωή τους. Δύσκολα συνειδητοποιούμε σήμερα τα όσα έγιναν τότε. Συνοικίες ολόκληρες - παραγκουπόλεις, πολυκατοικίες, χαμόσπιτα - πλαισίωναν τις μεγάλες πόλεις διπλασιάζοντας - όπως στην Αθήνα - το μέγεθός τους. Εκατοντάδες χωριά και κωμοπόλεις, με ονόματα όπου κυριαρχούσε το «νέα», δημιουργήθηκαν σε κάθε γωνιά της Ελλάδας: Νέα Ιωνία, Νέα Σμύρνη, Νέα Αλικαρνασσός, Νέα Πέργαμος, Νέα Μάκρη, Νέα Χαλκηδόνα... Τεράστιες εκτάσεις αξιοποιήθηκαν μέσα σε ελάχιστο χρόνο, η πεδιάδα της Κεντρικής Μακεδονίας από λίμνη έγινε πλούσιος σιτοβολώνας, έργα άρδευσης, ύδρευσης, κτίρια, δρόμοι, έκαναν δυνατή τη ζωή των Ελλήνων μέσα στη χώρα που επιτέλους είχαν δημιουργήσει.
Στον καθ' εαυτό κοινωνικό και πολιτικό χώρο δύο ήταν οι κύριες επιπτώσεις αυτών των κοσμογονικών αλλαγών. Η πρώτη, η κοινωνική, ήταν η δημιουργία μιας χώρας μικροϊδιοκτητών, μικροπαραγωγών, μικροαστών, μικροεπαγγελματιών. Για να ζήσουν όλοι, παλαιοί και νέοι Έλληνες, η γη μοιράστηκε σε μικρούς αλλά ίσους κλήρους - στην πιο απόλυτη αγροτική μεταρρύθμιση που γνώρισε ο ευρωπαϊκός χώρος - έτσι ώστε όλοι να έχουν από κάτι για να στηριχθούν. Στις πόλεις, κλήροι, οικόπεδα και σπίτια μοιράστηκαν το ίδιο στις ζώνες της προσφυγιάς. Υπήρξε μια εξίσωση πολλών, πάρα πολλών ανθρώπων προς τα κάτω φυσικά - η χώρα δεν είχε τις δυνατότητες της αμερικανικής Δύσης ώστε να αντιμετωπίσει αλλιώς τα τρομερά γεγονότα. Εξίσωση που ήταν πλούσια σε παρενέργειες. Οι παραγωγοί, λόγου χάρη, στην ύπαιθρο δεν ήταν σε θέση με το μικρό τους κλήρο και την αντίστοιχα μικρή παραγωγή τους να σταθούν αυτοδύναμα απέναντι στο χονδρέμπορο. Η σχέση ανάμεσα στους δύο θα μπορούσε να γίνει εκρηκτική αν το κράτος δεν παρενέβαινε ώστε να αμβλύνει τις αντιθέσεις.. Η παρουσία του κράτους και η συλλογικότητα έγιναν κανόνας στην αγροτική παραγωγή, τη βασική οικονομική δραστηριότητα της χώρας. Το πρώτο εκφράστηκε μέσα από την Αγροτική Τράπεζα και τους ποικιλώνυμους οργανισμούς που αναλάμβαναν τη συγκέντρωση και την εμπορευματοποίηση των προϊόντων - του σταριού, του καπνού, του ελαιολάδου – σε τιμές κεντρικά καθορισμένες και με διαδικασίες που το ίδιο καθόριζε. Μέσω της μεθόδου των συμψηφισμών (του κλήρινγκ)1 το κράτος ανέλαβε ουσιαστικά και το εξωτερικό εμπόριο των ίδιων προϊόντων. Το δεύτερο εκφράστηκε με την ενθάρρυνση της αυτοοργάνωσης των παραγωγών με την άνθηση των συνεταιρισμών και της συλλογικότητας, σε κοινοτικό ή και περιφερειακό επίπεδο, στην ύπαιθρο. Οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί των υπαλλήλων και εργατών στις πόλεις ήταν κάτι ανάλογο.
Η δεύτερη, η πολιτική επίπτωση, ήταν η δημιουργία μιας ιδιόμορφης ελίτ, ορατής δια γυμνού οφθαλμού στη ύπαιθρο, παρούσα όμως και στις πόλεις. Η κρατική, δια των οργανισμών, παρουσία, οι συλλογικές δραστηριότητες προαπαιτούσαν φυσικά γραφειοκρατικούς μηχανισμούς από τα ανώτατα κεντρικά και κρατικά κλιμάκια - το μηχανισμό της Αγροτικής ή της Κτηματικής Τράπεζας λόγου χάρη - ως την τελευταία κοινότητα της χώρας. Οι μηχανισμοί αυτοί με τη σειρά τους κατασκεύασαν στελέχη άξια να διαχειριστούν και να οργανώσουν αποτελεσματικά συστήματα. Στην κάτω πλευρά της κλίμακας, στα μικρά χωριά και τα κεφαλοχώρια, ένας στενός κύκλος ανθρώπων, όσοι «γνώριζαν γράμματα» και ασκούσαν κάποια «κοινωνική» λειτουργία, αναλάμβαναν την ένταξη της μικρής τοπικής κοινότητας στο ευρύτερο πλαίσιο των γενικών μηχανισμών. Οι δάσκαλοι, οι καθηγητές των Γυμνασίων, οι γιατροί, οι δικηγόροι, οι γεωπόνοι, οι μηχανικοί, οι υπάλληλοι των συνεταιρισμών, των οργανισμών, των τραπεζών οι εγγράμματοι ιερείς μερικές φορές αναλάμβαναν αυτό το δύσκολο έργο. Αυτοί μπορούσαν να μεταφέρουν τις οδηγίες και τους κανονισμούς , να επικοινωνήσουν με τα παραπάνω κλιμάκια, να οργανώσουν τη συλλογική εργασία - για το άνοιγμα δρόμων, για τα αποστραγγιστικά και αρδευτικά έργα, για το μέτρημα του καρπού ή του σπόρου, για την εφαρμογή νέων μεθόδων κλπ κλπ. Όλοι αυτοί αποτέλεσαν ένα κοινωνικό στρώμα άξιων ανθρώπων, στενά προσανατολισμένων προς την έννοια της προόδου. Έννοια που τότε είχε ολότελα διαφορετική σημασία από αυτή που έχει σήμερα. Τότε δεν ετίθετο θέμα πλουτισμού του ενός ή του άλλου: το πρόβλημα που απασχολούσε τους ανθρώπους ήταν η αξιοπρεπής επιβίωσή τους σε αυτό το περιβάλλον της φτώχειας μέσα στο οποίο έκτιζαν την κοινωνία τους και την πατρίδα τους.
Μαζί με όλα αυτά, ρίζωσε βαθιά στη σκέψη του πολύ κόσμου μια πεποίθηση. Τη χώρα αυτή, μέσα στην οποία συγκεντρώθηκαν παλαιοί και νέοι Έλληνες, την κέρδισαν με τον κόπο τους, την έστησαν στα πόδια της με τον ιδρώτα και το μόχθο τους, με την πειθαρχία και την οργάνωσή τους. Η παραγωγή αυξήθηκε εντυπωσιακά στα λίγα αυτά χρόνια - από το 1924 ουσιαστικά ως το 1940, μόλις δεκαέξι χρόνια δηλαδή - η ελονοσία περιορίστηκε η φυματίωση επίσης. Τα παιδιά μάθαιναν γράμματα και η μοίρα των γερόντων, των αρρώστων και των ανήμπορων δεν εξαρτιόταν πλέον από τη φιλανθρωπία των γύρω. Αυτοί οι Έλληνες νέου τύπου δεν ήταν πλούσιοι, πολύ απείχαν όμως από του να είναι εξαθλιωμένοι. Είχαν αξιοπρέπεια, την αξιοπρέπεια που η εργασία δίνει, δεν έκλεψαν όσα τους ανήκαν, τα έφτιαξαν με τον κόπο τους, ήταν δικά τους. Και επειδή μάλιστα έβλεπαν χειροπιαστά τα αποτελέσματα του κόπου τους, απέκτησαν και αυτοπεποίθηση, πίστεψαν ότι με σωστή κοινωνική οργάνωση και με σκληρή δουλειά όλα μπορούν να γίνουν, ακόμη και τα θαύματα.
Ως πολιτική αντίληψη, η αυτοπεποίθηση των πολλών, η εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους, ήταν κάτι το εξαιρετικά σημαντικό. Πέρα από τη φλύαρη και ανούσια «πολιτική» των κομμάτων, του Παλατιού, των αξιωματικών που είχαν το μυαλό τους μόνο στο επόμενο πραξικόπημα, κάτω, βαθιά στον κοινωνικό χώρο στήνονταν μεθοδικά οι προϋποθέσεις για ριζοσπαστικές αλλαγές. Αυτές δηλαδή που εκδηλώθηκαν με ορμή μέσα στην επόμενη δεκαετία.

Ο Μεταξάς

Η δικτατορία του Γεωργίου Β' και του Ιωάννη Μεταξά έκλεισε αυτή τη δύσκολη περίοδο. Ήταν μία ιδιόμορφη δικτατορία, όπου οι εξουσίες μοιράζονταν ανάμεσα στο βασιλιά και το δικτάτορα, χωρίς μερικές φορές ο ένας – ιδιαίτερα ο Μεταξάς, ως θεσμικά κατώτερος - να μπορεί να παρέμβει στις αρμοδιότητες του άλλου. Καθώς και οι δύο ήσαν ισχυρές προσωπικότητες, αυτή η συγκατοίκηση σε καιρούς περίπλοκους, στις παραμονές ενός νέου μεγάλου πολέμου, δεν ήταν πάντοτε άνετη, γινόταν μάλιστα κάποτε και ενοχλητική. Επιφορτισμένος περισσότερο με τα εσωτερικά ζητήματα της χώρας, ο Μεταξάς εφάρμοσε τον κρατικό παρεμβατισμό και την κεντρική διαχείριση της οικονομίας με τρόπους πιεστικούς, ολοκληρώνοντας όσα η προηγούμενη περίοδος των δυσκολιών είχε κληροδοτήσει. Δεν ήταν μόνο τα Τάγματα Εργασίας και οι κορπορατιστικού τύπου εργατικές ενώσεις ή το ΙΚΑ που εξέφρασαν αυτή την πολιτική. Τεχνικές ανάγκης, η μεγάλη εκστρατεία για επίτευξη της αυτάρκειας της χώρας σε τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης πριν από την έναρξη του πολέμου, έδωσαν νέα ώθηση στη συλλογικότητα των πολιτών όπως και στις δεξιότητές τους. Οι αγρότες έμαθαν να μεγιστοποιούν την παραγωγή τους μέσα από τη σκληρή συλλογική εργασία, την περίφημη «γραμμική σπορά» ή τις «σκαλιστικές» καλλιέργειες. Η καταδίωξη των κατσικιών, πέρα από τις ευεργετικές για τα δάση επιπτώσεις της, αύξησε τη διαθέσιμη γη και ως εκ τούτου, μαζί με τις νέες τεχνικές, μεγάλωσε τις παραγωγικές δυνατότητες της υπαίθρου.
Σε άλλους τομείς, οι τομές ήταν εξίσου σημαντικές. Για να αντιστρατευθεί την υπεροχή του Παλατιού ο Μεταξάς προσπάθησε να φτιάξει το δικό του πολιτικό μηχανισμό. Εκ των πραγμάτων, δεν μπορούσε να κτίσει ένα κόμμα όπως η ιδεολογία του το ήθελε, μία παραλλαγή του φασισμού δηλαδή, καθώς μια τέτοια κίνηση θα τον έφερνε αντιμέτωπο με το Παλάτι και με τους εποπτεύοντες καχύποπτους Βρετανούς. Έφτιαξε λοιπόν μόνο μια πολιτική νεολαία, την Εθνική Οργάνωση Νεολαίας, την ΕΟΝ. Εξωτερικά το σχήμα αυτό ήταν ρητορικά φλύαρο και ασήμαντο, με τις αψίδες, τις χλαμύδες του και τη θεατρικοδουλική επιδειξιομανία του. Εσωτερικά ήταν κάτι το επαναστατικό. Οι νέοι, υποχρεωτικά, έβγαιναν από το σπίτι τους, μάθαιναν να ζουν σε παρέες, αγόρια και κορίτσια μαζί, να πηγαίνουν εκδρομές, να εργάζονται, να στήνουν θέατρο, να διασκεδάζουν σε χορούς ή σε «πάρτι». Φοβίες αιώνων, παραδόσεις και «ηθικές αξίες» κατέρρευσαν μπροστά στις ανάγκες της πολιτικής. Επιπλέον τα παιδιά δεν γίνονταν φασίστες. Αυτή τη συνεύρεση των νέων την κανοναρχούσαν από τη μία οι κατηχητές του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου με τον κούφιο λόγο τους, από την άλλη ο μεγάλος δάσκαλος των καιρών, ο κινηματογράφος. Στη διαπαιδαγώγηση, ο δεύτερος, παρά την αισιοδοξία του Μεταξά, κέρδιζε κατά κράτος.
Στον Οκτώβριο του 1940 οι Έλληνες έφθασαν εξαιρετικά έτοιμοι και εφοδιασμένοι. Γνώριζαν άριστα τις τεχνογνωσίες της επιβίωσης και της προόδου, πίστευαν στον εαυτό τους, ήταν κοινωνικά ενταγμένοι με ένα ισχυρό πλέγμα που οι συλλογικότητες της ανάγκης είχαν δημιουργήσει. Ένιωθαν ένα βαθύ πατριωτισμό, μία απεριόριστη αγάπη για μία πατρίδα που οι ίδιοι είχαν, από το τίποτα, από την καταστροφή, δημιουργήσει. Είχαν ξεπεράσει παλαιά «ταμπού», ακόμη και στις σχέσεις των δύο φύλων. Έμενε να μάθουν και να πολεμούν. Γι' αυτό φρόντισε ο Μουσολίνι και η φασιστική Ιταλία.


Ο πόλεμος στην Αλβανία

Στις παραμονές του πολέμου, τον Οκτώβριο του 1940, ίσως όλοι οι Έλληνες, πολιτική ηγεσία και απλοί άνθρωποι, επιθυμούσαν να μείνει η χώρα όσο το δυνατόν πιο μακριά από αυτόν τον τρομερό πόλεμο που είχε ξεκινήσει. Οι εικόνες από τις πόλεις που καίγονταν - η τότε μητρόπολη του κόσμου, το Λονδίνο, σωριάζονταν σε ερείπια το Σεπτέμβριο του 1940 -από τα πλοία που βυθίζονταν - οι πίσσες από τα τορπιλισμένα ιταλικά πλοία που χάνονταν στην προσπάθειά τους να φθάσουν στα Δωδεκάνησα είχαν γεμίσει το καλοκαίρι του 1940 τις ελληνικές ακτές - τρόμαζαν όπως ήταν αναμενόμενο τους μικρούς σε μια σύγκρουση που τόσο μάτωνε τους μεγάλους.
Πέρα από αυτή την κοινή εκτίμηση, υπήρχε και ένα άλλο πεδίο απόλυτης συμφωνίας: το ότι δηλαδή η χώρα θα αντιστεκόταν στην όποια εισβολή. Η τελευταία, θα έλεγε κανείς, αποτελούσε ένα είδος εξετάσεων. Στην υπεράσπιση της πατρίδας, αυτής που όλοι μαζί έκτισαν μέσα από τα ερείπια, θα κρινόταν ποιοι ήταν άξιοι γι' αυτή και ποιοι όχι. Ήταν ένα είδος συμβολαίου που επικύρωνε όσα είχαν προηγηθεί, την ταύτιση των Ελλήνων με το χώρο που τους έδωσε η προγενέστερη ιστορία. Έχοντας δουλέψει, με τον τρόπο που είχαν δουλέψει στο Μεσοπόλεμο για την Ελλάδα, Οι κάτοικοί της τη θεωρούσαν δικό τους έργο, στενή ιδιοκτησία τους. Κανείς μα κανείς δεν έπρεπε να τους την πάρει. Επρόκειτο για ένα βαθύ αίσθημα πατριωτισμού απέναντι στο οποίο δεν έμεναν περιθώρια για υστερόβουλες σκέψεις ομάδων ή ηγετών. Απλά έτσι ήταν. Το «όχι» που είπε εκ των πραγμάτων ο Μεταξάς, απαντώντας στο τελεσίγραφο του Ιταλού πρέσβη, ήταν μια ώριμη και καλά δουλεμένη απόφαση.
Επιπλέον η τύχη βοήθησε τους τολμηρούς. Η φασιστική Ιταλία ήταν ένα κράτος φανφαρόνων, οι πραγματικές δυνατότητες του οποίου ήταν αντιστρόφως ανάλογες της μεγαλοστομίας των ηγετών του. Στις 28 Οκτωβρίου η επίθεση στην Ελλάδα έγινε με εντυπωσιακά μικρές δυνάμεις, μόλις 100.000 στρατιώτες, και βασίστηκε σε φαντασιώσεις - περί απροθυμίας των Ελλήνων, περί εξέγερσης μειονοτήτων κλπ - παρά σε πραγματικά δεδομένα. Η ταχύτητα επιστράτευσης και συγκρότησης των μεγάλων στρατιωτικών μονάδων στην ελληνική πλευρά ήταν, βοηθούσης της γενικής προθυμίας, υποδειγματική σε τρόπο ώστε, στα μέσα Νοεμβρίου, ο ελληνικός στρατός απέκτησε σημαντική αριθμητική υπεροχή στο μέτωπο, την οποία και κράτησε σχεδόν μέχρι τα τέλη του Ιανουαρίου. Η ιταλική επίθεση εκφυλίστηκε σε υποχώρηση και μετά σε απελπισμένη άμυνα στις διαβάσεις που οδηγούσαν προς την κεντρική Αλβανία.
Για τους πολεμιστές της πρώτης γραμμής ο πολεμικός θρίαμβος υπήρξε φορέας πολλών μηνυμάτων. Το ότι κέρδιζαν μία από τις μεγάλες δυνάμεις του τότε κόσμου - άσχετα από τις πραγματικές της δυνατότητες στο συγκεκριμένο πεδίο μάχης - ενίσχυε την πίστη στον εαυτό τους. Την πίστη αυτή τη βίωναν μάλιστα συλλογικά. Εξαιτίας του συστήματος της επιστράτευσης οι στρατιωτικές μονάδες ήσαν συγκροτημένες σε τοπική βάση: κάθε σύνταγμα προερχόταν από μία πρωτεύουσα νομού, γεγονός που σήμαινε ότι σε κάθε τάγμα, σε κάθε λόχο, σε κάθε διμοιρία τις περισσότερες φορές οι φαντάροι ήσαν συντοπίτες, γνωρίζονταν μεταξύ τους, αποτελούσαν ένα είδος αποσπάσματος της κοινωνίας από την οποία προέρχονταν. Ακόμη περισσότερο, οι αξιωματικοί που τους οδηγούσαν στις μάχες τούς ήταν οικείοι. Μεγάλο ποσοστό των διμοιριτών, ανθυπολοχαγών ή και υπολοχαγών ήσαν έφεδροι, οι «εγγράμματοι» που είχαμε δει να οργανώνουν και να συντονίζουν τις προσπάθειες ανασύνταξης του Μεσοπολέμου.
Αυτοί οι δάσκαλοι, οι δικηγόροι, οι υπάλληλοι μάθαιναν τον πόλεμο μαζί με τους στρατιώτες τους. Ήταν δε ένας πόλεμος στα μέτρα τους. Το ορεινό τοπίο της Ηπείρου και της Αλβανίας, κατακερματισμένο και δυσπρόσιτο, δημιουργούσε πολυάριθμα μικρά πεδία σύγκρουσης, σχεδόν ανεξάρτητα και απομονωμένα το ένα από το άλλο. Οι κορυφές, οι χαράδρες, τα περάσματα ήσαν τα αντικείμενα διεκδίκησης ανάμεσα σε διμοιρίες, λόχους, διλοχίες, σπανιότερα τάγματα. Μερικές δεκάδες Ελλήνων μάχονταν το δικό τους πόλεμο σε κάθε ιδιαίτερη πτυχή των ατελείωτων βουνών, αντιμετώπιζαν το δικό τους εχθρό με τους δικούς τους τρόπους. Κανένα επιτελείο συντάγματος, μεραρχίας ή στρατιάς δεν μπορούσε να τους πει πώς να καταλάβουν την απέναντι κορυφή, πώς να νικήσουν το εχθρικό φυλάκιο. Οι τακτικές, σ' ένα βαθμό, σχεδιάστηκαν επί τόπου από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους. Η ιταλική διάταξη, στον καιρό της αριθμητικής ανεπάρκειας των δυνάμεών της, άφηνε κενά ανάμεσα στα «σημεία στήριξης», τις κορυφές και τα περάσματα. Από αυτά τα κενά προχωρούσαν μικρές ομάδες, «πραγματοποιούσαν διείσδυση στα μετόπισθεν της εχθρικής θέσης» που έλεγαν τα εγχειρίδια και οδηγούσαν τον εχθρό σε αναγκαστική υποχώρηση προς το επόμενο διάσελο και την επόμενη κορυφή. Εκατοντάδες μικρές νίκες αυτού του είδους έσπρωξαν των ιταλική διάταξη πίσω, βαθιά μέσα στα εδάφη της Αλβανίας.
Αυτό το είδος πολέμου έφθασε στα όριά του τον Ιανουάριο του 1941, όταν οι ιταλικές ενισχύσεις, που προοδευτικά έφθαναν στο αλβανικό μέτωπο, πύκνωσαν την εχθρική διάταξη και περιόρισαν τα κενά, τη στιγμή ακριβώς που οι καιρικές συνθήκες καθιστούσαν βασανιστική τη διαβίωση των στρατιωτών στα μεγάλα υψόμετρα και δύσκολο τον εφοδιασμό των προωθημένων μονάδων. Η προέλαση σταμάτησε, το μέτωπο καθηλώθηκε και το επιτελείο της Αθήνας, για να βγει από το αδιέξοδο, ξεκίνησε μία ατελείωτη σειρά αιματηρών όσο και άκαρπων επιθέσεων στην Κλεισούρα και το Τεπελένι. Τα κρυοπαγήματα, η κακή διατροφή, οι άσκοπες βαριές απώλειες προκάλεσαν καχυποψία αρχικά, δυσφορία στη συνέχεια στις ελληνικές δυνάμεις. Για τα κατώτερα κλιμάκια του στρατού, τους έφεδρους (αλλά και πολλούς μόνιμους), το γεγονός ότι οι απειράριθμες μικρές νίκες δεν οδήγησαν παρά στο βασανιστικό αδιέξοδο, γεννούσε ερωτηματικά και δυσάρεστες σκέψεις για τις προθέσεις της ηγεσίας. Ανάμεσα στην Αθήνα και το μέτωπο δημιουργήθηκε σιγά σιγά ένα αδιόρατο στην αρχή ρήγμα, το οποίο θα έπαιρνε διαστάσεις στα χρόνια που θα ακολουθούσαν. Τον ίδιο καιρό, στις 29 Ιανουαρίου, ο Μεταξάς πέθανε, ο Γεώργιος Β' έμεινε μόνος ισχυρός ηγέτης της χώρας και οι Aγγλοι ανέλαβαν ουσιαστικά την υψηλή εποπτεία της πολεμικής προσπάθειας της χώρας.
Οι τελευταίες εβδομάδες του πολέμου στην Αλβανία ήταν εξαιρετικά πλούσιες σε πολιτικές διεργασίες στο επίπεδο των πολεμιστών του μετώπου και της κοινωνίας, της οποίας αυτοί αποτελούσαν το πλέον δραστήριο τμήμα. Από το Φεβρουάριο πολλαπλασιάζονταν οι ενδείξεις κρίσης στον ελληνικό στρατό. Σε μερικές μονάδες η έκφραση δυσαρέσκειας βγήκε φανερά στην επιφάνεια. Η απόκρουση της μεγάλης «Εαρινής επίθεσης» των Ιταλών δεν άλλαξε το γενικό κλίμα της δυσπραγίας. Όλοι γνώριζαν ότι η γερμανική επέμβαση πλησίαζε και ότι η τύχη της χώρας θα κρινόταν αλλού. Η μη ολοκλήρωση της νίκης στον καιρό της ελληνικής υπεροχής και των αλλεπάλληλων θριάμβων χρεώθηκε εξ ολοκλήρου στην πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας. Η ιδέα για «τρομαγμένους» και «άβουλους» ηγέτες και για «πεμπτοφαλαγγίτες», πράκτορες των Γερμανών, αξιωματικούς γεννήθηκε και εξαπλώθηκε μέσα στη γενική δυσαρέσκεια. Η ρήξη ανάμεσα στην ελληνική κοινωνία και την ηγεσία της έγραψε τις μέρες αυτές το πρώτο της κεφάλαιο.

Εισαγωγή στην ιστορία της Κατοχής

Τα γεγονότα της αμέσως προγενέστερης ιστορίας προετοίμασαν το έδαφος για τα όσα θα επακολουθούσαν. Ας σταθούμε στα κεντρικά σημεία αυτού του ιστορικού πλαισίου που είχε διαμορφωθεί στα 1941. Η χώρα, με τη μορφή και τα χαρακτηριστικά που είχε στα 1940, ήταν ένα νεαρό μόρφωμα, με προϊστορία μόλις δεκαέξι χρόνων περίπου. Οι θεσμοί, οι κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις ήταν ακόμη ρευστές και υπό διαμόρφωση. Αυτό σήμαινε ότι οι πολίτες ή οι πολιτικές δυνάμεις ήταν δυνατό να παρέμβουν σ' αυτές, να τις αλλάξουν. Με άλλα λόγια, το μέλλον της χώρας ήταν ακόμη, σε μεγάλο βαθμό, ένα λευκό χαρτί, όπου τα πάντα θα ήταν δυνατό να γραφτούν από την αρχή. Οι μεγαλύτερες ανατροπές ήταν εφικτές σ' ένα τέτοιο πλαίσιο.
Η κοινωνική διαστρωμάτωση ήταν επιπλέον ασταθής. Δεν υπήρχαν εδώ ισχυρές, οικονομικά και πολιτικά, άρχουσες τάξεις των οποίων οι δυνατότητες να μπορούν να υποκαταστήσουν τις αδυναμίες της πολιτικής, να καλύψουν τις ρωγμές και τα κενά που οι εξελίξεις δημιουργούσαν. Σε μια χώρα μικρών - όπου οι μεσαίοι φάνταζαν «νοικοκυραίοι» - με παρονομαστή μάλιστα τον κοινό αγώνα για αξιοπρεπή επιβίωση, οι σχέσεις με το κράτος ήταν ιδιαίτερα κρίσιμες όσο και σύνθετες, ζωτικές θα τις ονομάζαμε καλύτερα. Κανένας λοιπόν δεν μπορούσε να παραμείνει αδιάφορος στις τυχόν περιπέτειες του τελευταίου.
Ακόμη, οι πολίτες είχαν κοινωνικές και πολιτικές αρετές, δυσεύρετες σε πιο ήπιους καιρούς. Αν και δεν είχαν ζήσει ως τότε σε μία πραγματική δημοκρατία, τα περιθώρια της αυτονομίας τους, της αυτενέργειάς τους στο δύσκολο περιβάλλον δεν ήσαν ασήμαντα. Ήταν πολίτες που με κόπο, με γνώση και με συλλογικό πνεύμα είχαν πετύχει πολλά με τις δικές τους και μόνο δυνάμεις. Οι δεξιότητές τους, στην πολιτική, στην οικονομία, στην κοινωνική και επαγγελματική ζωή, ήταν αξιόλογες και επιπλέον, στην Αλβανία, οι στρατιωτικές δεξιότητες προστέθηκαν στις προηγούμενες. Συνηθισμένοι περισσότερο στις δύσκολες συνθήκες και στα δυσεπίλυτα προβλήματα, ελάχιστα τρόμαζαν μπροστά στις αντιξοότητες που θα παρουσιάζονταν μπροστά τους. Σε όλη την ως τότε ζωή τους είχαν μάθει να αντιμετωπίζουν αντιξοότητες.
Από την άποψη αυτή οι Έλληνες ήταν έτοιμοι - έτοιμοι με τον πλέον ριζοσπαστικό και απόλυτο τρόπο - να υποδεχθούν την Κατοχή. Και ακριβώς επειδή η άμεσα προηγούμενη ιστορία τούς είχε με τέτοιο τρόπο προετοιμάσει, μπόρεσαν να λειτουργήσουν, σε χρόνια δύσκολα και σκοτεινά, με έναν τρόπο που κανένας δεν περίμενε και που κανένας δεν είχε προμαντεύσει.

ΣΗΜΕΊΩΣΗ
1.Η μέθοδος των συμψηφισμών, κλήρινγκ, αφορά τη μεταξύ δύο κρατών ανταλλαγή προϊόντων
με βάση προσυμφωνημένες διοικητικά τιμές. Στην ουσία η μέθοδος υποκαθιστά την ελεύθερη
αγορά και εφαρμόζεται σε περιόδους κλειστής οικονομίας, όταν μάλιστα η μετατρεψιμότητα του συναλλάγματος συμβαίνει να είναι, για πολλούς λόγους προβληματική.
Η Ελλάδα χρησιμοποιούσε εντατικά αυτή τη μέθοδο ως την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά, στις εμπορικές σχέσεις της με τις ανατολικές χώρες. Στη δεκαετία του '30, μετά τη μεγάλη κρίση, αυτή η μέθοδος ήταν κανόνας στην ευρωπαϊκή ενδοχώρα.

Πέμπτη 26 Οκτωβρίου 2006

Νίκος Καζαντζάκης


Σύντομο χρονικό του βίου του Νίκου Καζαντζάκη

Στις 26 Οκτωβρίου 1957 ο Νίκος Καζαντζάκης έφυγε από τη ζωή. Σαράντα-εννιά χρόνια μετά, η σκέψη του παραμένει ζωντανή, ανέγγιχτη από τη φθορά του χρόνου και γοητευτική όσο ποτέ.

Ο Νίκος Καζατζάκης είναι ο πολυγραφότερος και ο περισσότερο μεταφρασμένος σε ξένες γλώσσες και διαλέκτους συγγραφέας μας. Διεθνώς αναγνωρισμένος, κατατάσσεται πλέον ανάμεσα στους κλασσικούς όλων των εποχών. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης στις 18 Φεβρουαρίου 1883. Τουρκοκρατούμενο τότε το νησί και οι πολυαίμακτοι απελευθερωτικοί αγώνες των Κρητών για την αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού και την κατάκτηση της λευτεριάς, με τον πατέρα του, τον καπετάν Μιχάλη, ανάμεσα στους πρωτομάχους, εναπέθεσαν στην παιδική ψυχή του συγκλονιστικές εμπειρίες και ιστορικά και ηθικά βιώματα για την συγγραφή του απαράμιλλου έργου του. Η μητέρα του λεγόταν Μαρία, το γένος Χριστοδουλάκη. Καταγόταν από το χωριό Βαρβάροι, που λεγόταν και Μυρτιά.
Τα πρώτα στάδια της παιδείας πήρε στο Ηράκλειο και μερικώς στη Νάξο. Το 1902-1906 φοιτά στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και αριστεύει. Με την αποφοίτησή του, το 1906 εμφανίζεται στα Γράμματα με το δοκίμιο «Η αρρώστια του αιώνος», το δράμα «Ξημερώνει» και τη μυθιστορηματική νουβέλα «Όφις και Κρίνο», με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβαμή. Τα κείμενα του εξ αρχής εντυπωσιάζουν. Από τον επόμενο χρόνο εμφανίζεται και ως δημοσιογράφος. Κάρμα Νιρβαμή, Πέτρος Ψηλορείτης, Ακρίτας είναι ψευδώνυμά του με συνεχώς, αύξουσα και πολύπλευρη συγγραφική δημιουργία. Το 1908-1909 ακολουθεί μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι. Ο Henri Bergson τον επηρεάζει βαθύτατα.

Από το 1910 εγκαθίσταται στη Αθήνα και στην προσωπική του συγγραφή σε λίγο προστίθενται οι μεταφράσεις επιστημονικών και φιλοσοφικών έργων της παγκόσμιας διανόησης, αλλά και Ελληνικών κλασσικών έργων, όπως του Πλάτωνος. Μεγάλες οι ανάγκες της ζωής, ευτελής η αμοιβή. Πολύ αργότερα, μαζί με τον Γιάννη Κακριδή θα μεταφράσει και τον Όμηρο, «Ιλιάδα» και «Οδύσσεια», αλλά και μόνος, ξένους θεατρικούς συγγραφείς.
Το 1911 νυμφεύεται την Γαλάτεια Αλεξίου, άγουρο έρωτα των παιδικών χρόνων. Ατυχής ο γάμος τους. Καθόλου δεν ταίριαξαν οι δυο τους και σύντομα ήλθαν σε διάσταση και κατέληξαν σε διαζύγιο. Για να συναινέσει στην έκδοση του διαζυγίου η άστατη Γαλατεία, αξίωσε εφ΄όρου ζωής να διατηρήσει το όνομά του. Και με αυτό το επώνυμο κατά τα τέλη της ζωής της, αφού τέλεσε δεύτερο γάμο, έγραψε υβριστικό βιβλίο για τον πρώην σύζυγό της, Νίκο Καζαντζάκη. Σ΄αυτό την συναγωνιζόταν η αδελφή της Έλλη Αλεξίου.
Τον επόμενο χρόνο κατατάσσεται εθελοντής στους Βαλκανικούς πολέμους- ας μην ξεχνούμε ότι τότε οι Κρητικοί ήσαν Τούρκοι υπήκοοι- και το 1914 γνωρίζεται με τον ποιητή Άγγελο Σικελιανό. Επισκέπτονται και διαμένουν για σαράντα ημέρες στο Άγιον Όρος και περιηγούνται την Ελλάδα για να αποκτήσουν «συνείδηση της γης και της φυλής τους». Το ίδιο θα κάνουν οι δύο φίλοι και μεταγενέστερα χρόνια. Τα ταξίδια και τα όνειρα ήσαν ευεργέτες, έγραψε ο ίδιος, έτρεφαν την ψυχή του.
Η βιοπάλη πάντα στην επιφάνεια και με κάποιες επιχειρηματικές και συγγραφικές μεταφραστικές δραστηριότητες προσπαθεί να διασφαλίσει τις βιοτικές του ανάγκες. Το μόνο καλό, που είχε από τις πρώτες δραστηριότητες, ήταν η γνωριμία του με τον Αλέξη Ζορμπά. Τότε - αλλά και ύστερα- έγραψε ο Καζαντζάκης παιδικά και σχολικά βιβλία, που εκδόθηκαν με το όνομα της συζύγου του Γαλατείας, πράγμα που της έδωσε δόξα και φήμη στην Ελλάδα και σε όλον τον Ελληνισμό. Στον Καύκασο τον ρώτησαν: «Είσθε σύζυγος της κυρίας Γαλατείας;"
Από το 1917 επεκτείνει τις περιηγήσεις του εκτός Ελλάδος, με πρώτη χώρα την Ελβετία. Εκεί έρχεται σε έπαφη με το έργο του Νίτσε, ο οποίος βαθύτατα τον επηρεάζει με τα λιονταρίσια του δόγματα. Είχε ήδη από πριν αναγάγει σε δασκάλους του τον Όμηρο, τον Δάντη, τον Μπέρξον, για να προστεθεί αργότερα σαν γκουρού του ο Ζορμπάς.
Μέγας σταθμός για τον ίδιο και στην Ελλάδα ήταν ο διορισμός του το 1919 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο ως Γενικού Διευθυντού του νεοσύστατου Υπουργείου Περιθάλψεως και η ανάθεση σε αυτόν της αρχηγίας Αποστολής στον Καύκασο για την μεταφορά στην Ελλάδα των Ελλήνων του Καυκάσου που εδιώκοντο αγρίως μετά την επικράτηση του κουμμουνισμού στην Ρωσία. Εκατόν πενήντα Έλληνες μεταφέρθηκαν τότε στην Ελλάδα και ο Καζαντζάκης τους εγκατέστησε στην Μακεδονία και στη Θράκη. Ήταν μια πράξη μέγιστης εθνικής προοπτικής, έμπνευση προφητική. Δεν λέω επαναπατρίστηκαν, γιατί όλο εκείνοι οι μυθικοί τόποι ήσαν προαιώνιες Ελληνικές πατρίδες.
Με αυτές τις γόνιμες ενασχολήσεις και παρά τις συστηματικές και μακρές περιηγήσεις στην Ελλάδα, δεν σταματά τη συγγραφή. Ενδεικτικά αναφέρω τη διατριβή του «Ο Φρειδερίκος Νίτσε εν τη φιλοσοφία του δικαίου και της πολιτείας"(1909) και την τραγωδία «Ο Πρωτομάστορας» (1910),που παρουσιάστηκε στο Δημοτικό Θέατρο της Αθήνας το 1916. Παντού αναζητεί την ουσία κάτω από τα φαινόμενα σπάζοντας τα περιβλήματα της συμβατικότητας. Αποκαλύπτει την ψυχή και την αλήθεια, από την οποία ήταν παιδιόθεν λαβωμένος. Το 1921 περιέρχεται τη Γερμανία βλέπει Αυστρία και Ιταλία και ξανά προσκύνημα στην Κρήτη, αλλά και στο Μεσολόγγι και σε άλλες ιστορικές πολιτείες τον επόμενο χρόνο. Αυτός ο αέναος γυρισμός του στην Κρήτη του έδινε δύναμη, από την Κρήτη έπαιρνε φόρα.

Τον επόμενο χρόνο, 1922, σταθμός του είναι η Βιέννη και το Βερολίνο, με τις έντονες κοινωνικές αναστατώσεις και τις ριζοσπαστικές ιδεολογικές αναζητήσεις και ανακατατάξεις, που πολύ τον επηρεάζουν. Σε αυτό τον ίδιο χρόνο προστίθεται και η ταραχή του από την εθνική μας συμφορά της Μικρασιάτικης καταστροφής και όλα στροβιλίζουν και αναδιαμορφώνουν τις ψυχικές καταστάσεις και θεωρίες του μεγάλου αναζητητή. Τότε γνωρίζεται και με τον «πύρινο κύκλο» των γυναικών του Βερολίνου που τον επηρέασαν και τη ζωή και το έργο του. Τότε έγραψε την «Ασκητική», το κατά Καζατζάκην ευαγγέλιο», όπως την χαρακτήρισε μια Ελβετική εφημερίδα.
Το 1923 και 1924 τον βλέπουμε να περιηγείται τη Γερμανία και την Ιταλία. Για σαράντα μέρες έμεινε στην Ασσίζη, την πολιτεία του Αγίου Φραγκίσκου, για τον οποίο θα μας δώσει αργότερα το μυθιστόρημα «Ο Φτωχούλης του Θεού».
Η 18η Μαΐου 1924 αποτελεί τομή στη ζωή του. Την ημέρα εκείνη γνώρισε την Ελένη Σαμίου, που απέβη η δυναμική σύντροφος και σύζυγος μέχρι της τελευταίας πνοής του. Υπήρξε για αυτόν η Ελένη «το εφταγύναικο, το εφταπέτσινο σκουτάρι της ζωής του», είπε. «Στην Ελένη χρωστώ όλη την καθημερινή ευτυχία της ζωής μου χωρίς αυτή θα είχα πεθάνει τώρα και πολλά χρόνια. Συντρόφισσα γενναία, αφοσιωμένη, περήφανη, έτοιμη για κάθε πράξη που θέλει αγάπη», θα γράψει το Μάιο του 1957, πέντε μήνες πριν πεθάνει.
Συνεχείς οι περιδιαβάσεις του στην Ελλάδα και το 1925-1926 επισκέπτεται τη Σοβιετική Ένωση, ακολούθως την Κύπρο, την Παλαιστίνη, τον Λίβανο, την Ισπανία, την Ιταλία, την Αίγυπτο, το Σινά μέχρι τι αρχές του έτους, Το καλοκαίρι του 1927 δημοσιεύεται σε περιοδικό την «Ασκητική», που θα διορθώσει και εμπλουτίσει αργότερα, τελειώνει την «Οδύσσεια», που θα κυκλοφορήσει το 1938. Τον ίδιο χρόνο φεύγει για την Μόσχα και γνωρίζεται με τον Παναιτ Ιστράτη. Περιηγείται τη χώρα μέχρι το Καύκασο και στέλνει δημοσιογραφικές ανταποκρίσεις στην Αθήνα, όπως έκανε και στα προηγούμενα ταξίδια του.
Το 1953 ταξιδεύει στην Κίνα και στη Ιαπωνία, από όπου βγαίνει το αντίστοιχο ταξιδιωτικό βιβλίο, όπως για άλλες χώρες που επισκέφτηκε, Αγγλία, Ισπανία, Ρωσία, Αίγυπτο, Κύπρο, Παλαιστίνη. Η Αίγινα προκρίνεται το 1936 για εγκατάστασή του μαζί με την Ελένη. Κτίζουν μάλιστα, και ιδιόκτητο σπίτι, που μοιάζει σαν κάστρο, όπως ο ίδιος είπε.
Τον ίδιο χρόνο το ναζιστικό καθεστώς απαγορεύει την έκδοση και κυκλοφορία στη Γερμανία του μυθιστορήματος του «Βλαχόκηπος». Τότε μετέφρασε τον «Φάουστ» του Γκαίτε και έγραψε και άλλα θεατρικά έργα, όπως «Ο Οθέλλος ξαναγυρίζει».
Στο τέλος του 1936 βρίσκεται ξανά στην Ισπανία, που χειμάζεται από εμφύλιο πόλεμο. Οι συγκλονιστικές του ανταποκρίσεις δημοσιεύονται από την «Καθημερινή». Τη γαλήνη του ξαναβρίσκει στην Αίγινα και περιηγούμενος την Ελλάδα τον επόμενο χρόνο, όταν τυπώνονται τα βιβλία του.
Το 1938 τυπώνεται σε μεγάλο σχήμα η «Οδύσσεια». Αμέσως μετά τον θάνατο του θα εκδοθεί αγγλικά και στην Αμερική κατά μετάφραση του Κίμωνος Φραιαρ και θα γίνει best-seller. Την χαρακτήρισαν τότε ως το έπος της λευκής φυλής και πνευματικό μνημείο του αιώνα μας.
Οι πρώτες βόμβες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου τον βρίσκουν στην Αγγλία, σε μια γόνιμη πνευματική αναζήτηση. Τον επόμενο χρόνο ξανά στην Αίγινα και στην Κρήτη. Το 1941, ενέσκηψε η Γερμανική κατοχή. Τότε ο Καζαντζάκης αντλεί θέματα από την Ελληνική Ιστορία. Γράφει τα βιβλία «Μέγας Αλέξανδρος», «Στα Παλάτια της Κνωσσού», την τριλογία του Προμηθέως, «Ιωάννης Καποδίστριας», «Κωνσταντίνος Παλαιολόγος» μεταφράζει την «Οδύσσεια» και την «Ιλιάδα» του Ομήρου. Ακόμη έγραψε τότε το «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», μόλις πληροφορήθηκε το θάνατο του φίλου του.
Με την απελευθέρωση αναμειγνύεται ενεργώς στην πολιτική και γίνεται Υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην Κυβέρνηση Σοφούλη, (Νοέμβριος 1945). Παραιτείται απηυδησμένος σε ενάμιση μήνα. Ενωρίτερα, τον ίδιο χρόνο η Ακαδημία Αθηνών δεν δέχτηκε να τον εκλέξει μέλος της στην Τάξη Γραμμάτων και Τεχνών.
Το 1945 αποστέλλεται στην Κρήτη ως μέλος Επιτροπής για την διαπίστωση των ωμοτήτων των Γερμανών και των Ιταλών στην μεγαλόνησο. Η σχετική Έκθεση θεωρήθηκε απόρρητο εθνικό έγγραφο. Ευτυχώς, την βρήκε ο Δήμαρχος Ηρακλείου Μανώλης Καρέλλης και τη δημοσίευσε το 1983.
Τον επόμενο χρόνο πηγαίνει ξανά στην Αγγλία. Προσπάθειά του, να συνεγείρει τους πνευματικούς ανθρώπους του κόσμου για την ειρήνη και για τον πολιτισμό και να ιδρυθεί μια «Διεθνής του Πνεύματος». Τότε ανακύπτει και το θέμα του βραβείου Νόμπελ. Την υποψηφιότητα του καταπολέμησε αγρίως και ασυδότως αλλά αποτελεσματικώς, η Ακαδημία Αθηνών και η Ελληνική Κυβέρνηση. Για δέκα χρόνια προσπαθούσε ο Καζαντζάκης να πάρει το Νόμπελ, και φαίνεται πως είχε σημειωθεί και μια σύγκλιση απόψεων για να το πάρει, και για δέκα χρόνια τον καταπολεμούσε η πατρίδα του να μην το πάρει. Αξιότερός του, είπαν τότε, ήταν ένας άλλος διάσημος συγγραφέας, με το όνομα Βουγιουκλάκης.
Με αυτό και με άλλες αθλιότητες, από το 1946 οδηγείται στον αυτοξενιτεμό του από την πατρίδα του, που τον καταδιώκει. Ζεί στην ξενιτιά, μα η καρδιά του περιφέρεται στην Ελλάδα. Την Ελλάδα την αιώνια κρατά κάτω από τα βλέφαρα του, θα γράψει ο ίδιος, όχι τη Μελάδα. Και ας τον αναγνωρίζει πλέον η οικουμένη και ας αρχίζουν να δουλεύουν τα τυπογραφεία σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης με εκτυπώσεις μεταφράσεων των έργων του.
Τα χρόνια εκείνα, κατά το τέλος της δεκαετίας του 1940 και στη δεκαετία του 1950,γράφει και τα μυθιστορήματά του «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται», «Οι αδελφοφάδες», «Ο Καπετάν Μιχάλης», «Ο Τελευταίος Πειρασμός», «Ο Φτωχούλης του Θέου», «Αναφορά στον Γκρέκο».Από τη Γαλλία ταξιδεύει στις γύρω χώρες, αλλά και η υγεία του αρχίζει να κλονίζεται.
Τα «ντροπής έργα» αναλαμβάνονται και συνεχίζονται στην Εκκλησία της Ελλάδος, αρχικά για τον «Ο Καπετάν Μιχάλης». Ούτε που το είχαν διαβάσει. Είχαν ακούσει πως εξεδόθη και ένα βιβλίο, με τίτλο «Ο Τελευταίος Πειρασμός»,στα Σουηδικά. Και να ήθελαν να το διαβάσουν δεν μπορούσαν. Στα ελληνικά δεν είχε ακόμα εκδοθεί. Το καταδίκασαν και αυτό. Τότε η Παπική Εκκλησία ανέγραψε τον «Ο Τελευταίος Πειρασμός» στον «Κατάλογο Απαγορευμένων Βιβλίων», τον περιβόητο Index.
O Καζαντζάκης διαμαρτύρεται στην επιτροπή του Index τηλεγραφώντας του «Στο δικαστήριο σου, Κύριε, κάνω έφεση». Πρόκειται για τη φράση του Τερτυλλιανού «Ad tuum, Domine, tribunal apello». Στην εκκλησία της Ελλάδος διαβιβάζει την ίδια μαρτυρία και προσθέτει: «Την ίδια φράση αποτείνω και στην Ορθόδοξη Εκκλησία: «Στο δικαστήριο σου, Κύριε, κάνω έφεση!». Για τους δικούς μας Μητροπολιτάδες και Δεσποτάδες, προσθέτω τούτο: μου δώσατε μιαν κατάρα, άγιοι Πατέρες, σας δίνω εγώ μιαν ευχή: Σας εύχομαι να ΄ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο είναι η δική μου και να΄στε τόσο ηθικοί όσο είμαι εγώ».
Το Βατικανό αργότερα κατάργησε τον «Κατάλογο Απαγορευμένων Βιβλίων» και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας το 1968 είπε ότι τα βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη κοσμούν την Πατριαρχική Βιβλιοθήκη.
Το 1957 ο Νίκος και η Ελένη δοκιμάζουν μεγάλη χαρά γιατί «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» γίνεται κινηματογραφική ταινία από τον Ζύλ Ντασσέν. Παριστάνεται και στην πρεμιέρα στις Κάννες. Τον Ιούνιο πηγαίνουν ξανά στην Κίνα και στην Ιαπωνία. Από ένα εμβόλιο στην Καντώνα, το μπράτσο του Καζαντζάκη πρήζεται. Στο γυρισμό νοσηλεύεται στο Εθνικό Νοσοκομείο της Κοπεγχάγης. Από εκεί τον παίρνουν στην Πανεπιστημιακή Κλινική του Φράιμπουργκ της Δυτικής Γερμανίας. Συνέρχεται από την ασθένεια και κτυπιέται από τη φοβερή τότε ασιατική γρίπη. Ο Σβάιτσερ τον επισκέπτεται στην Κλινική.
Στις 26 Οκτωβρίου 1957, ο ασκητής γίγας εκπνέει. Στις 3 Νοεμβρίου έφθασε η σωρός του στην Αθήνα, για να δοκιμάσει και νεκρός την αήθεια των ιθυνόντων. Στις 4 Νοεμβρίου μεταφέρεται αεροπορικώς στο Ηράκλειο και εκτίθεται σε λαϊκό προσκύνημα. Στις 5 Νοεμβρίου 1957 κηδεύεται από τον Καθεδρικό ναό Ηρακλείου και ενταφιάζεται στην Τάπια Μαρτινέγκο απάνω στα Βενετσιάνικα τείχη.
Ο τάφος του έγινε έκτοτε παγκόσμιο πνευματικό προσκύνημα. Μέσα στον τάφο και στο σύμπαν η σωρός του, πάνω στον τάφο μονίμως και αείποτε λουλούδια και στεφάνια και στις καρδιές των ανθρώπων ο ίδιος, άφθαρτος και αθάνατος.

Τρίτη 24 Οκτωβρίου 2006

Ο έρωτας η τρέλλα και το πάθος

Μια μέρα συγκεντρώθηκαν σε κάποιο μέρος της γης όλα τα συναισθήματα
και όλες οι αξίες του ανθρώπου. Η Τρέλλα αφού συστήθηκε 3 φορές στην Ανία, της πρότεινε να παίξουν κρυφτό.
Το Ενδιαφέρον σήκωσε το φρύδι και περίμενε να ακούσει ενώ η Περιέργεια
χωρίς να μπορεί να κρατηθεί ρώτησε :
"Τί είναι κρυφτό?"
Ο Ενθουσιασμός άρχισε να χορεύει παρέα με την Ευφορία και η Χαρά
άρχισε να πηδάει πάνω κάτω για να καταφέρει να πείσει το Δίλημμα και
την Απάθεια - την οποία δεν την ενδιέφερε ποτέ τίποτα - να παίξουν κι
αυτοί.
Αλλά υπήρχαν πολλοί που δεν ήθελαν να παίξουν:
Η Αλήθεια δεν ήθελε να παίξει γιατί ήξερε οτι ούτως ή άλλως κάποια
στιγμή θα την αποκάλυπταν,η Υπεροψία έβρισκε το παιχνίδι χαζό και η Δειλία δεν ήθελε να ρισκάρει.
Ένα, δυο, τρία άρχισε να μετράει η Τρέλλα.
Η πρώτη που κρύφτηκε ήταν η Τεμπελιά. Μιας και βαριόταν κρύφτηκε στον
πρώτο βράχο που συνάντησε. Η Πίστη πέταξε στους ουρανούς και η Ζήλια κρύφτηκε στη σκιά του Θριάμβου ο οποίος με τη δύναμή του κατάφερε να σκαρφαλώσει στο πιο
ψηλό δέντρο.
Η Γενναιοδωρία δεν μπορούσε να κρυφτεί γιατί κάθε μέρος που έβρισκε
της φαινόταν υπέροχο μέρος για να κρυφτεί κάποιος άλλος φίλος της
οπότε την άφηνε ελεύθερη. Και έτσι η Γενναιοδωρία κρύφτηκε σε μια
ηλιαχτίδα.
Ο Εγωισμός αντιθέτως βρήκε αμέσως κρυψώνα, ενα καλά κρυμμένο και
βολικό μέρος μόνο γι'αυτόν.
Το Ψέμα πήγε και κρύφτηκε στον πάτο του ωκεανού.
Το Πάθος και ο Πόθος κρύφτηκαν μέσα σε ένα ηφαίστειο.
Ο Έρωτας δεν είχε βρει ακόμη κάπου να κρυφτεί. Έβρισκε όλεςτις
κρυψώνες πιασμένες, ώσπου βρήκε ένα θάμνο από τριαντάφυλλα και
κρύφτηκε εκεί...
1000... μέτρησε η Τρέλλα και άρχισε να ψάχνει.
Την πρώτη που βρήκε ήταν η Τεμπελιά αφού δεν είχε κρυφτεί και πολύ μακριά.
Μετά βρήκε την Πίστη που μίλαγε στον ουρανό με τον Θεό για θεολογία.
Ένιωσε τον ρυθμό του Πόθου και του Πάθους στο βάθος του ηφαιστείου και
αφού βρήκε την Ζήλια δεν ήταν καθόλου δύσκολο να βρει κα τον Θρίαμβο.
Βρήκε πολύ εύκολα το Δίλημμα που δεν είχε ακόμη αποφασίσει που να κρυφτεί.
Σιγά - σιγά τους βρήκε όλους εκτός από τον Έρωτα.
Η Τρέλλα έψαχνε παντού, πίσω από κάθε δέντρο, κάτω από κάθε πέτρα, σε
κάθε κορφή βουνού, μα τίποτα...
Όταν ήταν σχεδόν έτοιμη να τα παρατήσει βρήκε ένα θάμνο από
τριαντάφυλλα και άρχισε να τον κουνάει νευρικά ώσπου άκουσε ένα
βογκητό πόνου. Ήταν ο Έρωτας που τα αγκάθια από τα τριαντάφυλλα, του
είχαν πληγώσει τα μάτια.
Η Τρέλλα δεν ήξερε πως να επανορθώσει, έκλαιγε, ζήταγε συγγνώμη και
στο τέλος υποσχέθηκε να γίνει ο οδηγός του Έρωτα.
Κι έτσι από τότε ο Έρωτας είναι πάντα τυφλός και η Τρέλλα πάντα τον συνοδεύει...

Πέμπτη 19 Οκτωβρίου 2006

Pink Floyd

Another Brick In The Wall

We don't need no education
We dont need no thought control
No dark sarcasm in the classroom
Teachers leave them kids alone
Hey! teachers! leave them kids alone!
All in all it's just another brick in the wall.
All in all you're just another brick in the wall.

We don't need no education
We dont need no thought control
No dark sarcasm in the classroom
Teachers leave them kids alone
Hey! teachers! leave them kids alone!
All in all it's just another brick in the wall.
All in all you're just another brick in the wall.

"wrong, do it again!"
"if you don't eat yer meat, you can't have any pudding. how can you
Have any pudding if you don't eat yer meat?"
"you! yes, you behind the bikesheds, stand still laddy!"

Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2006

Ο μέσος ΕΛΛΗΝΑΣ

Βρυξέλλες: Ο μέσος Έλληνας αγαπάει τις ταβέρνες και τα εστιατόρια, δε διαβάζει εφημερίδες και βλέπει πολύ τηλεόραση. Αυτήν την εικόνα δίνει ο Έλληνας, σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας για τους « καταναλωτές της Ευρώπης », που δόθηκε στη δημοσιότητα, στις Βρυξέλλες.
Συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία της έκθεσης ο μέσος Έλληνας δαπανά το 8,3% του διαθέσιμου εισοδήματός του για φαγητό σε ταβέρνες και σε εστιατόρια. Το ποσοστό αυτό είναι από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη.
Από την άλλη πλευρά, οι περισσότεροι ευρωπαίοι δαπανούν πάνω από το 10% του διαθέσιμου εισοδήματός τους σε μορφές ψυχαγωγίας που σχετίζεται με τον πολιτισμό ( θέατρα, κινηματογράφοι, βιβλία κ. α. )
Στον τομέα αυτό, ο μέσος Έλληνας βρίσκεται στην προτελευταία θέση, αφού αφιερώνει μόνο το 4,5% του διαθέσιμου εισοδήματός του. Στην τελευταία θέση βρίσκονται οι Πορτογάλοι με 3,7%, ενώ στην πρώτη θέση οι Σουηδοί με 14,6%.

Ο μέσος Έλληνας, επίσης, δεν διαβάζει - όπως είναι γνωστό - τον ημερήσιο Τύπο. Συγκεκριμένα, στη έκθεση αναφέρεται ότι μόνο το 22,5% των ενήλικων ανδρών και μόνο το 17,2% των ενήλικων γυναικών διαβάζουν στην Ελλάδα τον ημερήσιο Τύπο. Παράλληλα, όμως, ο μέσος Έλληνας βλέπει πολύ τηλεόραση και συγκεκριμένα 227 λεπτά ημερησίως
Τελικά, πού την πάνε τη δουλειά αυτοί οι ευρωπαίοι; Ήθελα να ’ξερα δεν έχουν με τίποτε άλλο να ασχοληθούν και ασχολούνται συνέχεια με ’μας;
« Έτσι είναι ο Έλληνας… Αλλιώς το βλέπει ο Έλληνας… Αλλιώτικος ο τρόπος που ενεργεί ο Έλληνας και πάει λέγοντας…»
Και να οι μπηχτές, και να τα επιτιμητικά σχόλια…
Μέχρι που έσκασε και το πρόσφατο της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας για τους « καταναλωτές της Ευρώπης » κι ήρθε κι έδεσε η μαγιονέζα που λέει ο λόγος.
Δεν κατάλαβα, δηλαδή, μήπως θα έπρεπε να πάρουμε την άδεια των ευρωπαίων εταίρων μας προκειμένου να πάμε στη Θέρμη για κανένα κοψίδι ή μήπως θα ’πρεπε να υποβάλουμε αίτηση για να πάμε στη Νέα Κρήνη για κανένα ουζάκι;
Ο Έλληνας, λέει, αγαπάει τις ταβέρνες και τα εστιατόρια, ενώ ο ευρωπαίος δεν τα έχει και σε τόσο μεγάλη υπόληψη.
Σε τι υπόληψη να έχει, δηλαδή, τα « βουρστ » και τις « καρτόφεν » ή εκείνες τις γαλλικές αηδίες, « μπούτι αγριόχοιρου με σος δαμάσκηνα »και « βατραχοπόδαρα ογκρατέν »…
Ας είχε κανένα μυδοπίλαφο, κανένα βαρβάτο γύρο, κανένα σουτζουκάκι, κανένα λυθρίνι πελαγίσιο στη σχάρα και θα τα λέγαμε… Στις ταβέρνες και στα εστιατόρια θα ξημεροβραδιάζονταν…
Ο μέσος Έλληνας, λέει ακόμα, δεν διαβάζει τον ημερήσιο τύπο. Κι από πού βγάλατε, κύριοι εταίροι, το μεγαλειώδες συμπέρασμα;
Ξέρετε πόσες εφημερίδες και πόσα περιοδικά κυκλοφορούνε στην Ελλάδα; Στηθήκατε ποτέ έξω από κανένα περίπτερο στην πλατεία Αριστοτέλους;
Χίλιες εφημερίδες, πέντε χιλιάδες περιοδικά και είκοσι χιλιάδες μανταλάκια!
Μέχρι εφημερίδα « Εσπρέσο »βγάλαμε, κύριοι απληροφόρητοι, κι απ’ ότι γνωρίζω σύντομα θα κυκλοφορήσει και ο « Γλυκύς βραστός »!
Από « Καρφί »μέχρι « Πινέζα » κυκλοφορεί στην Ελλάδα κι εσείς μας λέτε ότι δεν διαβάζουνε οι Έλληνες;
Μπορείτε να μας πείτε τότε ποιος τα διαβάζει όλα αυτά τα έντυπα;
Ο πλέον ενημερωμένος ευρωπαίος, αν θέλετε να ξέρετε, είναι ο Έλληνας. Ξέρει από που ψωνίζει τα εσώρουχά της η Παπαρίζου, γιατί η Ζέτα Μακρυπούλια ξαναγύρισε στον Αντώνη, πως γνώρισε τον καλό της η Αποστολία Ζώη , πότε θα κάνει καινούργιο εξώφυλλο η Βίκυ Καγιά , και γιατί έστειλε εξώδικο στον ΑΝΤ1 η Έλλη Στάη…
Απ’ την άλλη οι ευρωπαίοι, λέει, δαπανούν πάνω από το 10% του διαθέσιμου εισοδήματός τους σε μορφές ψυχαγωγίας που σχετίζεται με τον πολιτισμό
( θέατρα, κινηματογράφοι, βιβλία κ.α. ) ενώ ο μέσος Έλληνας βλέπει πολύ τηλεόραση και συγκεκριμένα 227 λεπτά ημερησίως.
Εδώ είναι που θα μας τρελάνουν. Τι θέλουν να μας πούνε, δηλαδή, ότι ο Έλληνας δε χαμπαριάζει από τέχνη; Εντάξει, δε λέω, μπορεί να μη διαβάζει ποίηση ο Έλληνες, αλλά την ακούει… « Κερνάω απόψε εγώ »… Πετρέλης! « Ανάβεις φωτιές… » Βανδή!
Γιατί να διαβάζει λογοτεχνία; Αφού την βλέπει… Κοντεύει να μάθει απ΄ όξω τις
« Μάγισσες της Σμύρνης » και τη «Βέρα στο δεξί». Το ίδιο δεν είναι;
Γι αυτό, κύριοι, βλέπει τέσσερις ώρες τηλεόραση την ημέρα ο Έλληνας … Για να εμπεδώσει τα βαθιά νοήματα και να διευρύνει τους νοητικούς του ορίζοντες. Γιατί τον τρώει ο πόνος για τα κοινά αν θέλετε να ξέρετε…
Γιατί θέλει να ξέρει… Γιατί οφείλει να είναι ενημερωμένος πολίτης…
Πρέπει και οφείλει να γνωρίζει γιατί η Ζουμπουλία ράβει τα ρούχα της στας Σέρρας…
Πρέπει και οφείλει να γνωρίζει πότε επέστρεψαν από την Νέα Υόρκη ο Σάκης Ρουβάς και η Κάτια Ζυγούλη…
Πρέπει και οφείλει να γνωρίζει ότι είναι «θύμα» της «συντεχνίας των δημοσιογράφων» ο Ανδρέας Μικρούτσικος …
Πρέπει και οφείλει να γνωρίζει τι είναι το σκληρό ροκ του Γιωργάκη Παπανδρέου, το μαλακό ταγκό του Αλαβάνου, το τσάμικο του Καραμανλή και το συρτοτσιφτετέλι της Παπαρήγα…
Ε, ρε, σκληρό τσαμικοταγκοσυρτοτσιφτετέλι που μας χρειάζεται…

Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2006

Να σκαλιστούν

Πεθαίνουμε πλούσιοι απο αγαπημένα πρόσωπα και φυλές, γεύσεις που έχουμε δοκιμάσει, κορμιά μέσα στα οποία έχουμε βουλιάξει σα σε ποτάμια σοφίας, χαρακτήρες στους οποίους έχουμε σκαρφαλώσει σαν σε δέντρα, φόβους που έχουμε κρύψει σαν μέσα σε σπηλιές.
Όλα αυτά, θέλω να σκαλιστούν στο σώμα μου όταν πεθάνω. Πιστεύω σ'αυτό το είδος χαρτογράφησης - στα σημάδια της φύσης και όχι μόνο στις ετικέτες των εαυτών μας που κολλάμε σ'έναν χάρτη, σαν ονόματα εκατομμυριούχων σε μπρούτζινες πλάκες κτιρίων...
Το μόνο που θέλησα στη ζωή μου ήταν να περπατήσω σε μια γη χωρίς χάρτες.

Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2006

ΕΣΩΡΟΥΧΟ

Το εσώρουχο καλύπτει επιδεικτικά τη γύμνια και ξεγυμνώνει απροκάλυπτα τη φαντασία. Είναι το απόλυτο φετίχ, το τελευταίο οχυρό, το διαβατήριο της απόλαυσης, η λέξη - ΤΑΜΠΟΥ - στις αρχές του αιώνα, το αντικείμενο λατρείας, στην αρχή της νέας Χιλιετίας.

Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2006

Θυμώνω άρα υπάρχω

Δεν ξέρω αν το επεσήμανε κάποιος. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, στην διαθήκη του δήλωνε πως δεν επιθυμεί να ταφεί στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Πρώτη Σερρών, επειδή ο τόπος του δεν έχει ορίζοντα.
Ο Χαρίλαος Φλωράκης θέλησε να ταφεί στον τόπο που γεννήθηκε, στο Παλιοζογλώπι, και συγκεκριμένα στον Αηλιά, για να έχει αγνάντιο. Και οι δυο τους είχαν εκφράσει στους δικούς τους την επιθυμία, οι τάφοι τους να είναι απλοί. Βίοι παράλληλοι κι αντίθετοι ταυτόχρονα, η επιθυμία για ορίζοντα και απλότητα, κοινή ως το τέλος.
"Ο άνθρωπος είναι ένας εκ γεννετής θυμός", γράφει ο Γιώργος Χειμωνάς. Στα αρχαία ελληνικά "θυμός" σημαίνει "ψυχή". 'Αρα θυμωμένος είναι ο ψυχωμένος. Θυμωμένοι γεννιόμαστε. Αργότερα κάποιοι απο εμάς θα ξεθυμώσουν και κάποιοι θα θυμώσουν περισσότερο. Κάποιοι θα πεθάνουν θυμωμένοι.
Σηκώνω την αριστερή μου γροθιά στον αέρα. Σηκώνεις το δεξί σου χέρι και κάνεις το σταυρό σου. Σταυρώνεις τα χέρια στο στήθος.
Σηκώνω την αριστερή μου γροθιά.
Η ελληνική γλώσσα δεν σου επιτρέπει να πεις πως δεν κατάλαβες, πως δεν γνώριζες. "Εκμετάλλευση" σημαίνει πως παίρνουμε απο το μετάλλευμα το μέταλλο. Το υπόλοιπο τι το κάνουμε; Το πετάμε.
Ο άνθρωπος εκμεταλλεύεται τον άνθρωπο. Τον ξεζουμίζει, τον στύβει. 'Οταν δεν έχει κάτι πια να πάρει, τον πετάει. Θυμώνω. Δεν θα ξεθυμώσω όσο συμβαίνει αυτό. Θα πεθάνω θυμωμένος.
Σηκώνω την αριστερή μου γροθιά.
'Αδικο είναι το μη δίκαιο. Άνθρωπος χωρίς αίσθημα δικαίου είναι κτήνος. Ανθρωπότητα χωρίς Δικαιοσύνη είναι κόλαση. Πνίγομαι όταν αδικούμαι. Όταν αδικούνται οι άλλοι άνθρωποι πνίγομαι το ίδιο και πιο πολύ. Τότε είμαι 'Ανθρωπος.
Ο άλλος άνθρωπος είμαι εγώ. Τα παιδιά πεινάνε και πεθαίνουν.
Δεν είναι τα δικά μου όμως. Λάθος - είναι όλα παιδιά μου. Ή είναι όλα παιδιά μου ή δεν έχω παιδιά. Θυμώνω μαζί μου. Θυμώνω που δεν θυμώνω πολύ.
Σηκώνω την αριστερή μου γροθιά.
"Μα ο σοσιαλισμός είναι ουτοπία". "Ουτοπία" είναι ο "μη τόπος". Είναι ο τόπος που δεν υπήρξε ποτέ. Κανείς δεν μπορεί να πει πως δεν θα υπάρξει στο μέλλον. "Μα εμείς δεν θα ζούμε". Συγνώμη φίλε που ο κόσμος θα συνεχίζει να υπάρχει και χωρίς εμάς. Μην το παίρνεις προσωπικά. Αν σε ακούω, θα έπρεπε ακόμα να είμαστε στα δέντρα και στις σπηλιές. Αν σε ακούσω, οι γυναίκες είναι ακόμα σκλάβες. Ουτοπία ή βαρβαρότητα; Σιγά το δίλημμα!
Σηκώνω την αριστερή μου γροθιά.
Δεν έχει νόημα να θυμώνουμε μέχρι τα είκοσι. Στα είκοσι όλοι θυμωμένοι είμαστε - είναι και οι ορμόνες στη μέση βλέπεις. Μετά συνειδητοποιούμε πλήρως την αδικία, την εκμετάλλευση, την απανθρωπιά.
Τη νιώθουμε στο πετσί μας και στο πετσί των συνανθρώπων μας. Και συνειδητά θυμώνουμε ή συνειδητά αδιαφορούμε. Τότε έχει αξία ο θυμός - ο συνειδητός θυμός. Φεύγεις θυμωμένος.
Σηκώνω την αριστερή μου γροθιά.
Καλή αντάμωση. Ας είναι ελαφρύς ο ουρανός που μας πλακώνει.

Live Traffic Map